3/5/19

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΣΕ 30"




Μια συμβολική και σκληρή περιγραφή της νεοελληνικής ιστορίας και της έννοιας του έθνους, με βάση τους ανδριάντες γύρω από τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών όπως την παρουσιάζει ο Γεράσιμος Κακλαμάνης στο βιβλίο του "Η Ελλάς ως κράτος δικαίου".
«…στον δε πρακτικόν (σ. τομέα) μπορούμε κυριολεκτικώς να τη ψαύσωμε (σ. την περί "έθνους" έννοια), διατρέχοντες την νεοελληνική ιστορία εντός 30 δευτερολέπτων. 
Οι νομίζοντες ότι χρειάζεται περισσότερο απατώνται οικτρώς και αδίκως ματαιοπονούν στο σκότος των βιβλίων. 
Τα πράγματα κρέμονται στον Ήλιο:
Ευρισκόμεθα εις την οδόν Παν/μίου και προχωρούμεν προς τα Προπύλαια. Μπροστά-μπροστά το άγαλμα του Γλάδστωνος. Τά δάκτυλα τού δεξιού χεριού κομμένα, αλλά ξανά κολλημένα και ολόλευκα σαν δάκτυλα παρθένου πριγκιπίσσης των ανακτόρων των Βλαχερνών. Προχωρούμεν. Δεξιά κάποια τεφροδόχος με «ονόματα πεσόντων» (γιατί;) και αριστερά κάποιο «άγαλμα τής νίκης» (ποιας;), αμφότερα άνευ σημασίας. Προχωρούμεν έτι στο μέσον το σιντριβάνι. Το σιντριβάνι σαν σύμβολο εκφράζει το ανακύκλισμα της ζωής. Το νερό, πάντα ίδιο, υψώνεται και πέφτει, διαρκώς ανανεώνοντας τον εαυτό του. Είναι το αγαπημένο σύμβολο των λαών της μακρινής Ανατολής στους κλειστούς χώρους, όπως ήταν και το φίδι πού δαγκάει την ουρά του σύμβολο των αρχαίων μυστικών. Το δικό μας σιντριβάνι δεν έχει νερό αυτή την εποχή, είναι όμως κανονικός σκουπιδοτενεκές γεμάτος σύριγγες άπ’ τα ναρκωτικά. Προχωρούμε λίγο ακόμα.

Μπροστά μας δύο μικρά αγαλμάτια καθήμενων μορφών (οικονομία στα έξοδα!), τα όποια ακριβώς περιεργαζόμεθα λόγω τής προφανούς προθέσεως οικονομίας. Επί των αγαλματίων αυτών ευρίσκομεν πλήρως επιβεβαιουμένην την λαϊκήν ρήση «το φτηνό κρέας το ζουμί του πίνει», πλην και άλλα πράγματα εξόχου «εθνικής» σημασίας. Δεξιά ό Κοραής, κυρτωμένος απ' το διάβασμα, με αναπεπταμένες τις δέλτους του επί του αριστερού πέτου. Οι δέλτοι κάποτε στραπατσαρίσθηκαν — ασφαλώς σε κάποια διαδήλωση για την «Δημοκρατία» —, αλλά πάντως ξανακολλήθηκαν όπως κι όπως. Αυτό όμως πού λείπει από τον Κοραή είναι ακριβώς το σπουδαιότερο γι' αυτόν σωματικό μέλος: τα δάχτυλα τού δεξιού χεριού πού γράφει. Είναι έτσι κομμένα, σαν να πρόκειται για τορναδόρο πού του τα «πήρε» ό τόρνος και έμεινε έτσι κοκκαλωμένος πηγαίνοντας στο υπουργείο εργασίας να βγάλη σύνταξη. Κατά τα άλλα ή μύτη του Κοραή ακόμη κρατιέται.



Κυττάζομε τώρα αριστερά. Πρόκειται για τον Καποδίστρια, το όνομα τού οποίου φέρει και το Παν/μιο (αφού με δική του πρωτοβουλία χτίσθηκε μέσω του κληροδοτήματος Δομπόλη). Το «φερώνυμο» αυτό ίδρυμα απέκτησε τελευταίο το άγαλμα του Ιδρυτή του, το 1932 δηλαδή, και μόνο και μόνο επειδή δεν μπορούσε να γίνει αλλοιώς. Το αγαλμάτιον είναι προϊόν εράνου και τούτο φαίνεται στην τελείως φθηνιάρικη κατασκευή και επεξεργασία. Ή πέτρα ούτε σαν ποιότητα μοιάζει με αυτή των άλλων αγαλμάτων, ούτε σαν επεξεργασία. Του Κοραή είναι όντως γλυπτό• είναι σμιλευμένη ή καρέκλα, τα ρούχα και πολλές λεπτομέρειες. Από πίσω το άγαλμα του Καποδίστρια είναι μια ανεπεξέργαστη σχεδόν πέτρα, χωρίς λεπτομέρειες, απλώς «μια ιδέα», και μπροστά κάθεται ό Καποδίστριας μέσα σ' ένα απλό παλτό συνταξιούχου συμβολαιογράφου ελαιουργείου του 18ου αιώνος. Στάση ή πιο αφύσικη, πού ήθελε τα λιγώτερα λεφτά! Η «φτώχεια» του ελληνικού κράτους είναι καταφανής για το άγαλμα του Ιδρυτή του («του Δήμου Πειραιώς αρνηθέντος οιανδήποτε εισφοράν», λέει ό Πρόεδρος τής ζητείας καθηγητής Γ. Ματθαιόπουλος), διότι απλούστατα ούτε τέτοιο κράτος ονειρεύθηκε ό Καποδίστριας, ούτε σε τέτοιο κράτος έχει θέση το άγαλμα του. Και αυτό φαίνεται στο πρόσωπο: λείπει ολόκληρη ή μύτη, και κατά τέτοιον τρόπο, σαν να πρόκειται για απαρατημένο πτώμα νεκρού πού το ανεκάλυψαν οι ποντικοί. Η μύτη των αγαλμάτων είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο καί ο κύριος στόχος του βανδαλισμού από την ελληνική αρχαιότητα. Η μύτη του Καποδίστρια και τα δάχτυλα του Κοραή — και οι δύο αυτοί άνθρωποι δεν έπαψαν ως τα σήμερα να προσφέρουν στο «έθνος»: ή κατάντια των αγαλμάτων τους δείχνει ακριβώς την σχέση του σημερινού «έθνους» με το παρελθόν του. Του «έθνους» υπέρ του οποίου υπάρχουν οι εξουσίες στην Βουλή! Ποιό έθνος;...



Προχωρούμεν προς την είσοδον του Παν/μίου, με την όσην «εθνική εμπειρία» αποκτήσαμε ως τώρα (ήδη διατρέξαμε την νεοελληνική ιστορία κατά 15 δευτερόλεπτα, τώρα μάς μένουν τα άλλα 15). Εδώ αντικρίζομε ύπατες εθνικές μεγαλοπρέπειες. Τα τεράστια αγάλματα του Πατριάρχη δεξιά και του Ρήγα αριστερά, σε υψηλότατα βάθρα, μεγαλύτερα και από αυτό του Γλάδστωνος (αυτό είναι ασέβεια, όπως θα δείξωμε), με απέραντη δουλειά στο σκάλισμα και στις λεπτομέρειες. Ιδίως στο άγαλμα του Πατριάρχη. Σπουδάζομε λοιπόν τα νοήματα του φαναριώτικου κράτους. Ό Πατριάρχης όταν πέθανε ήταν 72 χρονών, ενώ ο εικονιζόμενος μόλις πού φθάνει τα 40 (και με τα γένεια). Στητός και κατά τέτοιον τρόπο πού να θυμίζη τον αρχαίον Περικλή. Το στήθος του προτεταμένο μπούστο καλοθρεμμένης βοσκοπούλας, στητό και πεταχτό να φαίνεται. Και από κάτω ένα σώμα («ηρωικές» και ιδεολογικές γάρ οι ανάγκες στον νου του καλλιτέχνη), πού θα το ζήλευαν όλες οι τουρίστριες πού ψάχνουν για «καμάκια» στο Σύνταγμα. Αλλά εδώ αρχίζουν και οι δυσκολίες: Εμείς ομολογούμε ότι τέτοιον δεσπότη δεν έχομε 'δει ποτέ στην ζωή μας. Αυτό πού ξέρομε να προεξέχη στους δεσποτάδες είναι ή κοιλιά και όχι το στήθος (και μάλιστα στα 72!). Και επί της οποίας κοιλιάς επαναπαύονται τα σύμβολα του Βυζαντινού, ό δικέφαλος και ο Χριστός, με μακρυές καδένες. Ο δικός μας όμως δεν έχει τέτοια. Γιατί, αν είχε, με τέτοιο στήθος, θα έπρεπε να κρέμωνται στον αέρα! Πώς να τα μπαλώσει λοιπόν ό καλλιτέχνης, πού ήξερε πώς έφκιαχνε ιδεολογίες και όχι πραγματικότητες; Τα μπάλωσε όμως: του κρέμασε ένα σταυρό. Όσο του επέτρεπε το μπούστο, ο όποιος έτσι κρέμεται όπως στο στήθος νιόπαντρης γυναίκας. Όλα εκεί μπερδεμένα και στοιβαγμένα, προκειμένου να βγη ο συμβολισμός του «ηρωισμού» της ιδεολογίας. Και μια ουσιώδης λεπτομέρεια: απαραίτητο στοιχείο του «συμβόλου» το σχοινί. Το οποίον είναι δύσκολο να καταλάβη κανείς πούθε βγαίνει από το άγαλμα, αλλά κρέμεται ξαφνικά στην δεξιά άκρη. Ένα κομματάκι απ' το σχοινί έσπασε σε μια μεριά. Και εκεί ακριβώς φαίνεται ή ψιλολεπτομέρεια, που δείχνει το πάντα ενεργό τής Ιδεολογίας. Το κομματάκι είναι κολλημένο με τέτοιαν τελειότητα, ώστε μόνο ο χρόνος στο μάρμαρο δείχνει την διαφορά. Οι «δέλτοι» του Κοραή, αντίθετα, είναι κολλημένες με UHU και λάσπη... Μπροστά στο άγαλμα του Πατριάρχη, ως εικός, κάτι μισοσβυσμένες και ακατάληπτες επιγραφές, για τις οποίες, καθώς λέγεται, μην ξέροντας να τις συντάξουν οι του «ιδρύματος» τότε, κατέφυγαν στους φιλολόγους των γερμανικών Παν/μίων...


Πάμε τώρα στον Ρήγα (μένουν ακόμη 7,5''). Το κεφάλι του Ρήγα είναι σωστά δοσμένο: σλάβο ρουμάνικη φυσιογνωμία της μείζονος Βλαχομπογδανίας του Δουνάβεως, ουδεμίαν σχέση έχουσα με τις ωραίες εκείνες κεφαλές μερικών βοσκών, που ανεκάλυψαν οι Αμερικάνοι μεταπολεμικά στην Πίνδο και τις έβαζαν δίπλα απ' το κεφάλι του Έρμη, σε κάποιες «νεοελληνικές ιστορίες» που εξέδιδαν, προκειμένου να αποδείξουν την αδιάσπαστη συνέχεια μας από την αρχαιότητα ως τα σήμερα!... Από εκεί και πέρα όμως τα του Ρήγα είναι χάος σκοτεινό, διότι επιδιώκεται το νόημα μιας επαναστατικής φυσιογνωμίας των Βαλκανίων (τα Βαλκάνια είχε ο Ρήγας στο νου του και κανένα είδος... «προπυλαίων») να μετατραπεί σε «εθνικό ήρωα» για τις ανάγκες του πρώτου άρθρου του Συντάγματος. Ένα ένδυμα λοιπόν αναδιπλωμένο στη μέση, που αν το ιδής βράδυ (αλλά και μέρα, όπως θα ίδούμε) δεν σου επιτρέπει ακριβώς να πης αν πρόκειται περί της αρχαίας... Ασπασίας ή περί μεγάλου δραγουμάνου τής Πύλης. Το κράτος όμως τότε εστηνόταν με τα αγάλματα ως φαναριωτικό κράτος και κάπως έτσι σκοτεινά έπρεπε να είναι ο Ρήγας στο φως του Ηλίου. Ποιος άλλος να μπη; Προκειμένου να βγούμε από την υποκειμενική μας αδυναμία ως προς την μορφή, αποφασίσαμε να ρωτήσωμε μια διερχόμενη κυρία: «μήπως ξέρετε, κυρία μου, τι παριστάνει αυτό το άγαλμα;» — «Ποιά, καλέ, αυτή; — Ή Μπουμπουλίνα!...» (Μετά την άκρως ικανοποιητική αυτή απάντηση εκάναμε και άλλες δημοσκοπήσεις», δεν τις λέμε όμως γιατί αναμένομε να μας τις πουν οι δημοσιογράφοι στις εφημερίδες, προκειμένου να ξέρομε και με ποσοστά την κατοχύρωση των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» απ' το Σύνταγμα...). Έτσι εντύνονταν οι άνθρωποι τον 19ον αι.; Στην βάση του αγάλματος του Ρήγα η αλυσίδα, κατ’ αντιστοιχίαν προς το σχοινί του Πατριάρχη (ή ψυχολογία του «μάρτυρος» εν διάρκεια, άρα υπομένετε αν δεν έχετε να φάτε...), και από κάτω η μεγίστη φράση: «αυτός μεν ώλετο, σπέρμα δ’ έβλαστεν μέγα». Μέγα, μέγα το σπέρμα λοιπόν...


Τί τώρα υπάρχει πίσω από όλ' αυτά; — Το κτήριο του Πανεπιστημίου, θα έλεγε ένας μυωπικός. Μέγα το λάθος όσο και το σπέρμα! Κατά τούς νόμους της Λογικής, τα αποτελέσματα έπονται των αιτίων, εδώ όμως τα πράγματα οφείλομε να τα ιδούμε ολίγον φουτουριστικά. Το αποτέλεσμα των... αγαλμάτων βρίσκεται μπροστά απ’ τα αγάλματα: τα υπαρξιακά θύματα της «Ιδεολογίας», στρεβλές υπάρξεις και ζητιάνοι επί του πεζοδρομίου, που προσπαθούν με λαχεία, κάστανα και κουλούρια να επιβιώσουν ως τις επόμενες εκλογές βάσει του άρθρ. 51 § 5... Με ένα λόγο, επί του πεζοδρομίου υπάρχουν τα «ανθρώπινα δικαιώματα» και η «αξιοπρέπεια του άνθρωπου» που κατοχυρώνει το ελληνικό Σύνταγμα, μέσω της καπηλείας των αγαλμάτων. Γιατί άλλο λόγο υπάρξεως βέβαια, ιδιαίτερα στην σημερινή εποχή, το ελληνικό Σύνταγμα δεν έχει. Όσο κι αν διεκδική ο κ. Μητσοτάκης τον ρόλο τού... Ευρωδιδασκάλου για τούς άλλους βαλκανικούς λαούς (και σαν τέτοιος βέβαια οφείλει να γνωρίζει, ότι η γραβάτα παραμένει πάντα ελεύθερη, ακόμα κι όταν βγαίνει κανείς στην Τηλεόραση να πείση για την ανάγκη των «απολύτων πλειοψηφιών» με το σακάκι στον ώμο...).

Αυτή είναι η «ιστορία του νεοελληνικού έθνους» και το πολιτικό-κοινωνικό περιεχόμενο του σε 30 δευτερόλεπτα. Δεν μας χρειάζονται οι εντρυφήσεις στα βιβλία. Και ωμιλήσαμε περί καπηλείας, διότι βέβαια περί τέτοιας πρόκειται. Και ως προς τον Ρήγα, και ως προς τον Γρηγόριο. Ως προς μεν τον Ρήγα, διότι του αλλάξαμε όλη την ιστορική υπόσταση και τον εκάναμε «εθνικό ήρωα». Ο Ρήγας, φύση παρορμητική του στιγμιαίου αισθήματος, εσκέφτετο γενικά το πρόβλημα της Βαλκανικής μέσα σε μια λύση συνυπάρξεως με τους Τούρκους. Και είχε τους απώτατους ψυχικούς του λόγους, διότι έφερνε εντός του το έγκλημα που έκανε, σκοτώνοντας τον Τούρκο στο χωριό του. Και ότι ψυχικά ήσαν τα κίνητρα του Ρήγα, αποδεικνύει όχι μόνο η ασάφεια των σχεδίων του, αλλά και η αντιφατικότητα της πολιτικής του, που υπήρξε και η αιτία του θανάτου του (στην Αυστρία ων κλείνει συμφωνίες με τον Ναπολέοντα!...). Ο Ρήγας όμως είχε δύο ακαταμάχητα προσόντα για άγαλμα μπροστά στο Παν/μιο: ότι ήταν και διανοούμενος, και «μάρτυς». Και ήταν κυρίως και φαναριωτικώς ανατεθραμμένος (για την φαναριώτικη φυσιογνωμία του κράτους του καιρού). Ο Καραϊσκάκης π.χ. για όλ' αυτά δεν έκανε. Επίσης και ό Πατριάρχης, ο όποιος πέθανε σαν ένας συνεπής και αφοσιωμένος πράκτορας των Ρώσσων. Ο «αλιεύς», λέει, βρήκε μετά από δέκα μέρες το πτώμα του στον Βόσπορο και το μετέφερε στην Οδησσό. Και γιατί όχι στην Κων/πολη ή κάπου εκεί κοντά; Αν ήταν διακινδυνευμένο για την Κων/πολη, δεν ήταν για τον φτωχόν «αλιέα» ακόμα πιο επικίνδυνο το μακρινό ταξίδι για την Οδησσό με ένα τέτοιο «εύρημα»; Ενδιαφέρθηκαν λοιπόν οι Ρώσσοι να μαζέψουν αμέσως τον άνθρωπο τους και, όταν αργότερα έφκιαξαν την Βουλγαρία — κόβοντας έτσι τις μέσω Ελλάδος επεκτατικές βλέψεις των τότε δυτικών δυνάμεων προς την Μαύρη Θάλασσα —, εχάρησαν το «εύρημα» στο... «βαλσαμοποιείον» των Αθηνών, να τύχη της καταλλήλου αξιοποιήσεως. (Τα άμφια στην Μητρόπολη έφυγαν ήδη μπροστά-μπροστά από την πόρτα που ήσαν και μεταφέρθηκαν κάπως... στερεώτερα στην δεξιά κολώνα).


Η μόνη λοιπόν πηγή του «Έθνους» στο Σύνταγμα, βάσει του οποίου γίνονται οι εκλογές και καταπιέζονται οι μειονότητες στην Ελλάδα, βγαίνει από αυτά τα αγάλματα και από πουθενά άλλου. Αλλά η μύτη του Καποδίστρια μας απαγορεύει να πιστέψωμε τις διαβεβαιώσεις ή και τους ευγενείς πόθους του Ματθαιόπουλου κατά τα αποκαλυπτήρια (διαβεβαιώσεις: «Αι χιλιάδες των καθ’ εκάστην εκείθεν παρερχομένων φοιτητών θα αναμιμνήσκωνται...» και ευσεβείς πόθοι: «...και θα μανθάνουν ότι δια την Πατρίδα υπάρχομεν και υπέρ αυτής ζην οφείλομεν»). Υποθέτομεν λοιπόν ότι είναι ώρα να αδειάσουν τα Προπύλαια από τους σκοτεινούς τούτους συμβολισμούς και τις ιστορικές λαθροχειρίες. Το μόνο άγαλμα πού υπάρχει δικαίως εκεί είναι του Γλάδστωνος. Οι Άγγλοι, μην έχοντας δικό τους «έλληνα» διανοούμενο να στήσουν όπως π.χ. οι Γάλλοι τον Κοραή, έστησαν την πραγματικότητα. Γιατί χωρίς τον Γλάδστωνα — ο οποίος σημειωτέον ήταν ο πιο φιλολογικά καταρτισμένος πρωθυπουργός τής Αγγλίας, τύπος μεσογειακός και που ουδέποτε θα παραχωρούσε τα Επτάνησα αν μπορούσε να κάνη αλλοιώς — ούτε προπύλαια θα υπήρχαν, ούτε οδός Παν/μίου, ούτε πεζοδρόμιο «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Τουλάχιστον όπως υπάρχουν... Σ’ αυτό λοιπόν το άγαλμα οφείλει να μεριμνήση η πρυτανεία να υπάρχουν κάθε πρωί φρέσκα λουλούδια — μόνη η μέριμνα για τα δάχτυλα δεν επαρκεί —, τα δε υπόλοιπα να τα βγάλωμε από 'κει. Του μεν Καποδίστρια, θα το πετάξωμε, καθότι άνευ άξιας. Του Κοραή, έστω και όπως είναι, θα το μεταφέρωμε στο... «Μουσείο τής Ακροπόλεως». Και τα δυο μεγάλα θα τα μεταφέρωμε στην Μητρόπολη Αθηνών, έως ότου διευκρίνιση το ιστορικό νόημα τους. Στο Σύνταγμα εν τω μεταξύ θα γράψωμε απλώς: «Άπασαι αι εξουσίαι πηγάζουν εκ του ποδοσφαίρου και υπάρχουν υπέρ των εκλογών».

Μόνο έτσι θα καταστούμε σεβαστοί στον σύγχρονο κόσμο. Αναγνωρίζοντες την αλήθεια και αποδεχόμενοι τις συνέπειες. Ο ελλαδικός χώρος σήμερα και ο ελληνισμός έχουν πολλά άλλα πράγματα να προσφέρουν, παρά να ασχολούνται με τις απεγνωσμένες μικροεπισκευές των «αγαλμάτων…

[…]
Ο πιστεύων ότι το «έθνος» σταματά στο άγαλμα του Πατριάρχη, απατάται οικτρώς. Ο διερχόμενος την οδό Ακαδημίας κατατρύχεται «εθνικώς» κυκλοδιώκτως: Μπροστά-μπροστά στο παρκάκι του πρώην νοσοκομείου, ο Παλαμάς συνεπαρμένος με ύφος 82 αρχαίων φιλοσόφων. Γιατί άραγε ό Παλαμάς, αφού έχομε τόσους άλλους μεγάλους ποιητές; Μα βέβαια επειδή καθόταν δίπλα επί της Ασκληπιού! Δηλαδή όπου έχουν κατοικήσει ποιητές υπάρχουν παντού τα αγάλματα τους; Εν αντιθέσει προς τα ονόματα των δρόμων, με την «διανόηση» μοιάζει να μην έχωμε ανάλογο πληθωρισμό («15.000 δρόμοι» με το όνομα... Καραϊσκάκη στην περιοχή πρωτευούσης, που να βρουν λογαριασμό και άκρη τα ταχυδρομεία;...). Πρέπει να χτυπηθή πολύ κανείς από το καυσαέριο και να καθίση στο παγκάκι να πάρη μιαν ανάσα, για να «εννοήση» τα του... Παλαμά. Αμέσως μόλις σήκωση το κεφάλι, του έρχεται κατακέφαλα το «δίδαγμα»:
«Αυτόν τον λόγο θα σας πω
δεν έχω άλλον κανένα
μεθύστε με τ' αθάνατο
κρασί του εικοσιένα»


Τα ρητά βέβαια, όπως το «μέγα σπέρμα» του Ρήγα επί παραδείγματι, μπαίνουν στα αγάλματα μπροστά. Για να τα μελετά μαζί με το εικονιζόμενο πρόσωπο ο θεατής και με την επενέργεια τής αισθητικής λειτουργίας να «εμβαθύνη» και να «διδάσκεται». Αν και βέβαια τα αγάλματα, εν αντιθέσει προς τις πλάκες των νεκροταφείων, πρέπει μόνο διά της συμβολικής και της αισθητικής των δράσεως να λειτουργούν. Βλέποντας π.χ. κανείς το άγαλμα του Βίκτωρα Εμμανουήλ στην Ιταλία, καταλαβαίνει τόσα περί Έθνους, όσα και αν εδιάβαζε μια βιβλιοθήκη. Αλλά αυτά βέβαια προϋποθέτουν, ότι τα αγάλματα «λειτουργούν», δηλαδή ότι όντως αποτελούν στοιχεία κάποιας συνείδησης έθνους... Αν είναι όλα... Μπουμπουλίνες, αι, τότε βέβαια επείγει να καταπιή κανείς όπως-όπως το «δίδαγμα» σαν χάπι και... δεν πειράζει, ας μην 'δή και καθόλου τον εικονιζόμενο. Ενώ λοιπόν με τα αγάλματα κατευθύνονται οι άνθρωποι προς τα... ρητά, εδώ κατευθύνονται τα «ρητά» προς τους περαστικούς, ακριβώς την ώρα πού θα τους «πιάσουν τα νεφρά» τους απ' την πεζοπορία και θα θελήσουν ν' ανασάνουν, ή όταν θάχουν ραντεβού στο παγκάκι (όποτε η «ιδεολογία» θα τους ενοχλή με τα γνωστά αποτελέσματα...). Και αν τώρα μεθύση κανείς ελαφρώς με το «αθάνατο κρασί» και θελήση να πάη παραπέρα, είναι τότε που γίνεται πραγματικά τύφλα, διότι θα υποχρεωθή να καταβροχθίση οκάδες γλυκισμάτων. Ο «εθνικός μπουφές» είναι βαρύ πράγμα... Στο μέσον του πάρκου ο Περικλής με πέλματα γερά όσο και η «Ιδεολογία» και γάμπες μυκονιάτη ναυτεργάτου επί τουρκοκρατίας. Ως γνωστόν, οι γάμπες (ιδίως στις γυναίκες), τα δάχτυλα και τα αυτιά έχουν άμεση σχέση με το «μέσα είναι» του ανθρώπου... Αφήνομε λοιπόν τον Περικλή με την πίκρα που μας πότισε και προχωρούμε δεξιόθεν.


Αμέσως μπροστά μας το εκκλησάκι — που κάπου εκεί κοντά βέβαια θα έπρεπε να είναι (υπόλειμμα του νοσοκομείου, μια και η «εθνική πολιτική» τα έφερνε πάντα δύσκολα βόλτα με τις ασπιρίνες...) — και λίγο πιο κάτω, στο μέσον, το κυριολεκτικά αχώνευτο «ντεσέρ» της εθνικής μας πανδαισίας: ένα δοχείο από το οποίον βγαίνει μια Αθηνά που μέσα απ' το κεφάλι της βγαίνει ο Παρθενώνας!


Ουδεμία βέβαια αμφιβολία υπάρχει, ότι το άγαλμα έγινε με ό,τι περίσσεψε λογιστικώς από τις... γάμπες του Περικλή. Αλλά ήταν οπωσδήποτε αναπόφευκτο να ορισθή ως αισθητικός σύμβουλος ο προϊστάμενος της κουζίνας τής Λέσχης Αξιωματικών; Δεν θα μπορούσε τελοσπάντων μια άλλη «Patisserie» να προσφέρη κάτι για την τελείωση αυτής της εθνικής δημιουργίας; Το άγαλμα δεν λαθεύει βέβαια στην «συμβολική» υπόσταση του — αυτή της τούρτας για «εθνικές γιορτές» — αλλά, ομολογούμε, «εθνικώς» εξεταζόμενο παρουσιάζει αισθητές ζαχαροπλαστικές ελλείψεις: μέσα από τον Παρθενώνα, έπρεπε να βγαίνη ο Πατριάρχης, μέσα από τον Πατριάρχη ο Παπαφλέσσας κρατώντας το πανώ «αυτοδυναμία»!


Πηγή: "Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ", Γεράσιμος Κακλαμάνης, Εκδόσεις 21ου Αιώνα, Αθήνα, 1990

1/5/19

«Ο Ελληνισμός επέτυχε ως Γένος αλλ’απέτυχε ως Κράτος»
μια σπάνια συνέντευξη του Οδυσσέα Ελύτη


Σε μια σπάνια συνέντευξη που έδωσε ο Οδυσσέας Ελύτης στον Ρένο Αποστολίδη στην Ἐφημερίδα Ἐλευθερία στις 15 Ιουνίου του 1958, τα λόγια του παραμένουν επίκαιρα.


Ζητεῖται ἡ γνώμη σας, κύριε Ἐλύτη, ἡ ἐντελῶς ἀνεπιφύλακτη καί ἀδέσμευτη, ἐπάνω σέ ὅ,τι θεωρεῖτε ὡς τήν πιό κεφαλαιώδη κακοδαιμονία τοῦ τόπου. Ἀπό τί κυρίως πάσχουμε καί τί πρωτίστως μᾶς λείπει; Ποιά θά ὀνομάζατε «πρώτη μάστιγα» τῆς νεοελληνικῆς ζωῆς;
Ἀπό τί πάσχουμε κυρίως; Θά σᾶς τό πῶ ἀμέσως: ἀπό μιά μόνιμο, πλήρη, καί κακοήθη ἀσυμφωνία μεταξύ τοῦ πνεύματος τῆς ἑκάστοτε ἡγεσίας μας καί τοῦ «ἤθους» πού χαρακτηρίζει τόν βαθύτερο ψυχικό πολιτισμό τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ στό σύνολο του!
Ἄ! Ἀρχίσαμε!… Μόνιμος, πλήρης καί κακοήθης ἀσυμφωνία!…
Βεβαίως! Ἀλλ᾿ ἀφῆστε με νά συνεχίσω. Αὐτή ἡ ασυμφωνία δέν εἶναι μιά συγκεκριμένη κακοδαιμονία, εἶναι, ὃμως, μιά αἰτία πού ἐξηγεῖ ὃλες τίς κακοδαιμονίες, μικρές καί μεγάλες, τοῦ τόπου αὐτοῦ. Ἀπό τήν ἡμέρα πού ἔγινε ἡ Ἑλλάδα κράτος ἕως σήμερα, οἱ πολιτικές πράξεις, θά ἔλεγε κανένας, ὅτι σχεδιάζονται καί ἐκτελοῦνται ἐρήμην τῶν ἀντιλήψεων γιά τή ζωή, καί γενικότερα τῶν ἰδανικῶν πού εἶχε διαμορφώσει ὁ Ἑλληνισμός μέσα στήν ὑγιή κοινοτική του ὀργάνωση καί στήν παράδοση τῶν μεγάλων ἀγώνων γιά τήν άνεξαρτησία του. Ἡ φωνή τοῦ Μακρυγιάννη δέν ἔχει χάσει, οὔτε σήμερα ἀκόμη, τήν ἐπικαιρότητά της. Σημειῶστε ὅτι δέν βλέπω τό πρόβλημα ἀπό τήν ἀποκλειστική κοινωνική του πλευρά, οὔτε κάνω δημοκοπία.
Δημοκοπία ἀσφαλῶς ὄχι. Πολιτική, ὅμως, ναί. Τό ἐντοπίζετε, δηλαδή, [τό πρόβλημα] κυρίως μέσα στόν χώρο τῆς πολιτικῆς – ἤ κάνω λάθος; Στό κέντρο μάλιστα τοῦ δικοῦ της χώρου. Ἐκεῖ μᾶς πάει τό πρόβλημα πού θέσατε, τῶν σχέσεων μεταξύ λαοῦ καί ἡγεσίας.
Μά ναί. Γιατί εἶναι βασικό. Εἶναι πρῶτο… κι ἄς εἶμαι ποιητής, ἐγώ πού τό λέω, μακριά πάντα ἀπό τήν «πολιτική». Κοιτάξτε: ὁ λαός αὐτός κατά κανόνα ἐκλέγει τήν ἡγεσία του. Καί ὅμως, ὅταν αὐτή ἀναλάβει τήν εὐθύνη τῆς ἐξουσίας –εἴτε τήν ἀριστοκρατία ἐκπροσωπεῖ εἴτε τήν ἀστική τάξη εἴτε τό προλεταριάτο–, κατά ἕναν μυστηριώδη τρόπο ἀποξενώνεται ἀπό τή βάση πού τήν ἀνέδειξε, καί ἐνεργεῖ σάν νά βρισκόταν στό Τέξας ἤ στό Οὐζμπεκιστάν!
Στό Τέξας καί στό Οὐζμπεκιστάν; Ποιητικές χῶρες!… Ἤ μήπως θέλετε νά πεῖτε: «Σάν νά βρισκόταν στή χώρα τοῦ ἑκάστοτε ρυθμιστικοῦ ‘‘ξένου παράγοντος’’; Τοῦ ἑκάστοτε… ‘‘προστάτου’’ μας;» Μήπως ἐκεῖ ἀκριβῶς ἔγκειται τό κακό;
Τό εἶπα μέ τρόπο, ἀλλά βλέπω ὅτι τό θέλετε γυμνό. Καί δέν ἔχω ἀντίρρηση νά τό ξαναπῶ φανερά, καί πιό ἔντονα: ἕνας ἀπό τούς κυριότερους παράγοντες τῶν «παρεκκλίσεων» τῆς ἡγεσίας ἀπό τό ἦθος τοῦ λαοῦ μας, εἶναι ἡ ἐκ τοῦ ἀφανοῦς καί ἐκ τῶν ἔξω «προστατευτική» κατεύθυνση. Ἀποτέλεσμα καί αὐτό τῆς ἀπώλειας τοῦ ἕρματος, τῆς «παράδοσης».
Ἀντιλαμβάνομαι ὅτι στήν ἐποχή μας ἡ ἀλληλεξάρτηση τῶν ἐθνοτήτων εἶναι τόση, πού ἡ πολιτική δέν μπορεῖ ν᾿ ἀγνοήσει, ὥς ἕναν βαθμό, αὐτό πού θά λέγαμε «γενικότερη σκοπιμότητα». Ὅμως, ὑπάρχει τεράστια διαφορά ἀνάμεσα στήν «προσαρμοστική πολιτική» καί στή δουλοπρέπεια! Αὐτό εἶναι τό πιό εὐαίσθητο σημεῖο τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, «τό τιμιώτατόν του»! Καί αὐτό τοῦ καταπατοῦν συνεχῶς, κατά τόν ἐξοργιστικότερο τρόπο, οἱ ἐκπρόσωποί του στήν ἐπίσημη διεθνῆ σκηνή!
Κι ὁ «ἐπίσημος» ὅρος τῆς δουλοπρέπειας αὐτῆς, κύριε Ἐλύτη; Μήπως εἶναι ὑποκριτικότερος ἀπ᾿ τό «προσαρμοστική πολιτική»; Ἐξοργιστικότερος;
Δέν μ᾿ ἐνδιαφέρει ὁ ἐπίσημος ὅρος τῆς δουλοπρέπειας. Μ᾿ ἐνδιαφέρει ἡ οὐσία. Κι ἐκεῖνο πού ξέρω εἶναι ὅτι μ᾿ αὐτά καί μ’ αὐτά ἐφτάσαμε σέ κάτι πού θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ὀνομάσω «ψευδοφάνεια». Ἔχουμε, δηλαδή, τήν τάση νά παρουσιαζόμαστε διαρκῶς διαφορετικοί απ’ ὅ,τι πραγματικά εἴμαστε. Καί δέν ὑπάρχει ἀσφαλέστερος δρόμος πρός τήν ἀποτυχία, εἴτε σάν ἄτομο σταδιοδρομεῖς εἴτε σάν σύνολο, ἀπό τήν ἔλλειψη τῆς γνησιότητας.
Τό κακό πάει πολύ μακριά. Ὅλα τά διοικητικά μας συστήματα, οἱ κοινωνικοί μας θεσμοί, τά ἐκπαιδευτικά μας προγράμματα, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τούς Βαυαρούς, πάρθηκαν μέ προχειρότατο τρόπο ἀπό ἔξω, καί κόπηκαν καί ράφτηκαν ὅπως ὅπως ἐπάνω σ᾿ ἕνα σῶμα μέ ἄλλες διαστάσεις καί ἄλλους ὅρους ἀναπνοῆς.
Ὥστε, λοιπόν, ζητᾶτε «δικούς μας ὅρους ἀναπνοῆς»!
Ναί. Καί δέν πρόκειται βέβαια γιά «προγονοπληξία». Τά λέω, ἄλλωστε, αὐτά ἐγώ πού, σ᾿ ἕναν τομέα ὅπως ὁ δικός μου, κήρυξα μέ φανατισμό τήν ἀνάγκη τῆς ἐπικοινωνίας μας μέ τό διεθνές πνεῦμα, καί πού σήμερα μέ ἐμπιστοσύνη ἀποβλέπω στή διαμόρφωση ἑνός ἑνιαίου εύρωπαϊκοῦ σχήματος, ὅπου νά ἔχει τή θέση της ἡ Ἑλλάδα. Μέ τή διαφορά ὅτι ὁ μηχανισμός τῆς ἀφομοιώσεως τῶν στοιχείων τῆς προόδου πρέπει νά λειτουργεῖ σωστά, καί νά βασίζεται σέ μιά γερή καί φυσιολογικά ἀναπτυγμένη παιδεία. Ἐνῶ σ’ ἐμᾶς, ὄχι μόνον δέν λειτουργεῖ σωστά, ἀλλά δέν ὑπάρχει κἄν ὁ μηχανισμός αὐτός γιά νά λειτουργήσει! Καί μέ τή διαφορά ἀκόμη ὅτι, ἐκτός ἀπό ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις, ἡ ἡγετική μας τάξη, στό κεφάλαιο τῆς ἑλληνικῆς παιδείας, ἔχει μαῦρα μεσάνυχτα!
Κοιτάξετε μέ προσοχή τά ἔντυπα πού εκδίδει ἡ ἴδια, ἤ πού προτιμᾶ νά διαβάζει, τά διαμερίσματα ὅπου κατοικεῖ, τίς διασκεδάσεις πού κάνει, τή στάση της ἀπέναντι στή ζωή. Οὔτε μιά σταγόνα γνησιότητας! Πῶς θέλετε, λοιπόν, ν᾿ ἀναθρέψει σωστά τή νέα γενιά; Ἀπό τά πρῶτα διαβάσματα πού θά κάνει ἕνα παιδί ὥς τά διάφορα στοιχεῖα πού θά συναντήσει στό καθημερινό του περιβάλλον, καί πού θά διαμορφώσουν τό γοῦστο του, μιά συνεχής καί άδιάκοπη πλαστογραφία καί τίποτε ἄλλο!
Θά μοῦ πεῖτε: εἶσαι λογοτέχνης, καλαμαράς, καί βλέπεις τά πράγματα ἀπό τή μεριά πού σέ πονᾶνε. Ὄχι, καθόλου! Καί νά μοῦ έπιτρέψετε νά ἐπιμείνω. Ὅλα τά ἄλλα κακά πού θά μποροῦσα νά καταγγείλω –ἡ ἔλλειψη οὐσιαστικῆς ἀποκεντρώσεως καί αὐτοδιοικήσεως, ἡ ἔλλειψη προγραμματισμοῦ γιά τήν πλουτοπαραγωγική ἀνάπτυξη τῆς χώρας, ἀκόμη καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀσκεῖται ἡ ἐξωτερική μας πολιτική– εἶναι ζητήματα βαθύτερης ἑλληνικῆς παιδείας!
Ἀπό τήν ἄποψη ὅτι μόνον αυτή μπορεῖ νά προικίσει ἕναν ἡγέτη μέ τήν ἀπαραίτητη εὐαισθησία πού χρειάζεται γιά νά ἐνστερνιστεῖ, καί ἀντιστοίχως νά ἀποδώσει, τό ἦθος τοῦ λαοῦ. Γιατί αὐτός ὁ λαός, πού τήν ἔννοιά του τήν ἔχουμε παραμορφώσει σέ σημεῖο νά μήν τήν ἀναγνωρίζουμε, αὐτός ἔχει φτιάξει ὅ,τι καλό ὑπάρχει – ἄν ὑπάρχει κάτι καλό σ᾿ αὐτόν τόν τόπο! Καί αὐτός, στίς ὧρες τοῦ κινδύνου, καί στό πεῖσμα τῆς συστηματικῆς ἡττοπαθείας τῶν ἀρχηγῶν του, αἴρεται, χάρη σ᾿ ἕναν ἀόρατο, εὐλογημένο μηχανισμό, στά ὕψη πού ἀπαιτεῖ τό θαῦμα!
Ὅσο, λοιπόν, καί ἄν εἶναι λυπηρό, πρέπει νά τό πῶ: ὁ Ἑλληνισμός, γιά τήν ὥρα τουλάχιστον, ἐπέτυχε ὡς γένος, ἀλλ᾿ ἀπέτυχε ὡς κράτος! Καί παρακαλῶ νύχτα μέρα τόν Θεό, καί τό μέλλον, νά μέ διαψεύσουν.
Πρίν κλείσομε, κύριε Ἐλύτη, τη συνέντευξη, κάτι πού ἐθίξατε στήν ἀρχή, τό τῆς παλαιᾶς ὑγιοῦς κοινοτικῆς ὀργανώσεως τοῦ λαοῦ μας, πού ἔχει χαθεῖ πιά, πῶς νομίζετε ὅτι θά μποροῦσε ν’ ἀναβιώσει; «Αν κατεβάλλετο προσπάθεια», πρός ποιά κατεύθυνση;
Σέ μιάν ἀναβίωση αὐθεντική δέν εἶναι δυνατόν πιά νά ἐλπίζουμε – ἀλίμονο! Ἑκατόν τριάντα καί πλέον ἔτη ἀχρησίας εἶναι ἀρκετά γιά ν᾿ ἀτροφήσουν ἀκόμη καί οἱ πιό ζωντανοί θεσμοί. Ὡστόσο, ὑπάρχει τρόπος νά πλησιάσουμε, μέ σωφροσύνη καί μελέτη, στή λύση τοῦ προβλήματος, καί αὐτό σαφώς πρός τήν πλευρά τῆς αὐτοδιοικήσεως, μέ τήν πιό αὐστηρή της ἔννοια.
Δέν εἶμαι ἀρμόδιος βέβαια νά σᾶς προτείνω σχέδια. Θά ἤθελα μόνο νά κάνω δύο παρατηρήσεις: ἡ μία εἶναι ὅτι κάθε ἀπόπειρα πρός τήν κατεύθυνση αὐτή θά πρέπει νά βασιστεῖ στή φυσική καί ἱστορική διαίρεση τῆς χώρας σέ μεγάλα διαμερίσματα, πού εἶναι μιά πραγματικότητα δοσμένη, καί ὄχι στή θεωρητική τῆς γεωοικονομίας, ὅπως ἄκουσα νά ὑποστηρίζεται ἀπό πολλούς. Θά εἶναι μεγάλο σφάλμα νά παραγνωριστοῦν οἱ ψυχολογικοί παράγοντες, ἀπό τούς ὁποίους πολλές φορές ἐξαρτᾶται τό μεγαλύτερο μέρος της ἐπιτυχίας.
Ἡ ἄλλη παρατήρηση εἶναι ὅτι τά μεγάλα αὐτά διαμερίσματα (μέσα στά ἑλληνικά μέτρα πάντοτε) θά πρέπει νά ὑποδιαιρεθοῦν σέ πολλές μικρές μονάδες, στενότερες καί ἀπό τήν ἐπαρχία, μέ ἀρχές δικές τους καί μέ τή δυνατότητα γιά κοινοπραξίες, προπάντων σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τή γεωργία. Γιατί ὁ πρῶτος ἀντικειμενικός σκοπός εἶναι νά λυτρωθεῖ ὁ πολίτης ἀπό τό «ταμπού» τῆς ἐξουσίας! Καί θά λυτρωθεῖ μόνον ἄν ἔχει τρόπο νά παρακολουθεῖ ἀπό κοντά ποῦ καί πῶς ἀξιοποιοῦνται οἱ θυσίες του, οἰκονομικές καί ἄλλες, πού σήμερα καταβροχθίζονται ἀπό ἕνα μακρινό καί ἀόρατο Φάντασμα.