Ελληνικό κράτος και… παρακράτος
Κείμενο: Βασίλης Ραφαηλίδης
Το κράτος που προέκυψε από την Ελληνική Επανάσταση έπρεπε να είναι ελληνικό, αφού αυτή έγινε στο έδαφος που στην αρχαιότητα βρίσκονταν οι ελληνικές πόλεις – κράτη!
Πώς, όμως, θα ήταν ελληνικό ένα κράτος που θα συναποτελούνταν από λαούς πολλών εθνοτήτων που κατοικούσαν στην ίδια περιοχή;
Την Επανάσταση την έκαναν όλοι αυτοί οι λαοί από κοινού.
Ειδικότερα ο ρόλος των Αρβανιτών σε αυτήν είναι αναμφισβήτητος. Γνωστός, αλλά αμφισβητούμενος είναι επίσης ο ρόλος των εξισλαμισμένων Ελλήνων. Γιατί υπήρχαν και τέτοιοι σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, πράγμα που αποκρύβεται ωστόσο για να υπερτονιστεί ο ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Επανάσταση. Που δεν ήταν μικρός, όχι όμως και πρωταγωνιστικός. Γιατί πρωταγωνιστές της Επανάστασης ήταν οι λαοί που κατοικούσαν στην Ελλάδα και υποκινητές της οι εύποροι Έλληνες της διασποράς.
Τo ότι οι Έλληνες έγιναν και νομικά κατοχυρωμένοι χριστιανοί μόνο μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους γίνεται φανερό, μεταξύ άλλων, και από τη θρησκευτική συμπεριφορά των Κρητών στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Η πλειονότητα των Κρητών άλλαξε τρεις φορές θρήσκευμα. ‘Οσοι εξισλαμίστηκαν – δεν είναι σωστό να λέμε «τούρκεψαν» γιατί και οι εξισλαμισμένοι παρέμεναν Έλληνες, ως το βαθμό που είχαν μια, έτσι κι αλλιώς, εξασθενημένη εθνική συνείδηση που δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα ισχυρή σε όλους τους Έλληνες και εξακολουθεί να μην είναι- όσοι λοιπόν Κρήτες εξισλαμίστηκαν, άλλαξαν την τυπική στα κρητικά επίθετα κατάληξη σε «-ής» (π.χ. Αγγελής, Σμαραγδής) και την έκαναν «άκης».
Αυτή η δεύτερη υποκοριστική κατάληξη, που την έδωσαν οι μη εξισλαμισθέντες στους εξισλαμισθέντες, δηλώνει μια πρόθεση υποτίμησης από τη μεριά των πρώτων για τους δεύτερους. Ετσι, ο Αγγελής έγινε «ένας μικρός Αγγελής» (Αγγελάκης) και ο Σμαραγδής ένας «μικρός Σμαραγδής» (Σμαραγδάκης). Αν κρίνουμε από την πληθώρα των καταλήξεων σε «-άκης» των σημερινών κρητικών επιθέτων, εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως οι περισσότεροι Κρήτες σε κάποια φάση της ιστορίας τους εξισλαμίστηκαν, για να εκχριστιανιστούν και πάλι αργότερα, όταν το έκριναν σκόπιμο και συμφέρον, κι όχι όταν τους «φώτισε ο Θεός», που δεν είχε κανένα λόγο να τους ξεφωτίσει προηγουμένως.
To ίδιο προφανώς συνέβη και στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπως μαρτυρούν οι πάμπολλες καταλήξεις επιθέτων σε «-γλου», που είναι το τουρκικό ανάλογο της τυπικά και καθαρά ελληνικής κατάληξης σε «-ίδης» και σημαίνει «γιος του». (Γιος του Ραφαήλ, στη δική μου περίπτωση. Ο παππούς μου, πάντως, που καταγόταν από την Καισάρεια λεγόταν Ραφαήλογλου).
Άλλωστε και σήμερα πάμπολλοι ‘Ελληνες συνεχίζουν να φέρουν τουρκικούς τίτλους ευγενείας και αξιωμάτων που τους μετέτρεψαν σε επίθετα: Πασάς, Μπέης, Μπαϊρακτάρης . κτλ.
Το πόσο εύκολα αλλάζουν θρήσκευμα οι άνθρωποι, όταν οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες το επιβάλλουν, είναι κάτι που ποτέ δε θα καταλάβουν οι παπάδες. Που πιστεύουν πως αρκεί να βαφτιστείς για να μείνει για πάντα σκαλωμένη πάνω σου η «θεία χάρις». (Και μένα με βάφτισαν, αλλά δεν έμεινε τίποτα από τη «θεία χάρι» πάνω μου, και δε νιώθω μειονεκτικά γι’ αυτό).
Ο ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ Κακλαμάνης, λοιπόν, στο βιβλίο του «Επί της δομής του νεοελληνικού κράτους» (γι’ αυτό το φοβερό βιβλίο μιλάμε και σήμερα, για τρίτη κατά σειρά Κυριακή) λέει πως όταν ιδρυόταν το νεοελληνικό κράτος μπήκε αυτόματα το πρόβλημα περί της δομής του: Τι μορφή έπρεπε να έχει το νέο κράτος; Οι εναλλακτικές λύσεις, που όλες συζητήθηκαν, ήταν τέσσερις:
1. ‘Ενα υπερεθνικό κράτος, σαν αυτό που είχε προτείνει ο Ρήγας Φεραίος, τούτος ο μεγάλος διεθνιστής.
2). Το ασαφές κράτος της Μεγάλης Ιδέας, που πρότεινε ο Κωλέττης ο και δημιουργός του καταστροφικού όρου. Βέβαια, ο Κωλέττης δεν ήξερε τι ακριβώς εννοούσε, πάντως είχε στο νου του κάτι σαν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ή την Αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πράγμα που τον κατατάσσει αυτομάτως στην κατηγορία των μεγάλων ηλιθίων, ή μάλλον των μεγάλων δημαγωγών
3. Ένα ομοσπονδιακό κράτος που θα περιλάμβανε όλους τους ορθοδόξους πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ασχέτως εθνότητας. Φυσικά μια τέτοια ομοσπονδία θα ήταν θεοκρατική και το σχέδιο πρέπει να ήταν μάλλον κανενός δεσπότη.
Και 4. Ένα «εθνικό κράτος», λύση που τελικά επικράτησε και επιβλήθηκε. Η μορφή λοιπόν βρέθηκε. ‘Επρεπε όμως να βρεθεί και το περιεχόμενο. Αλλά περιεχόμενο δε βρισκόταν γιατί δεν υπήρχε.
Ποια θα ήταν η εθνότητα στην οποία θα στηριζόταν το «εθνικό κράτος»;
Οι Έλληνες;
Και τι θα απογίνονταν οι πάμπολλοι, μη ‘Ελληνες που κατοικούσαν στην Ελλάδα;
Θα τους έδιωχναν;
Κι αν τους έδιωχναν, πράγμα ακατανόητο αφού έπαιξαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση, τα όρια του κράτους θα συρρικνώνονταν σχεδόν στα πλαίσια της αρχαίας πόλης – κράτους.
Αποφάσισαν, λοιπόν, να κάνουν το κορόιδο και να φκιάξουν ένα «εθνικό κράτος» άνευ εθνότητος. Σαν να λέμε μια σκορδαλιά χωρίς σκόρδο. Όμως σύντομα οι πολιτικοί βρήκαν το σκόρδο. Και τι σκόρδο!
Την Ορθοδοξία με τα λιβάνια της, τα εξαπτέρυγά της, τις φανταχτερές θρησκευτικές τελετές της. ‘Ηταν ό,τι χρειαζόταν για να πάρει το νέο κράτος κάτι από το Βυζάντιο, άνευ Βυζαντίου. (Και πάλι, δηλαδή, σκορδαλιά χωρίς σκόρδο).
Με τα χρόνια, όμως, το σκόρδο απόχτησε υπόσταση. Τίποτα δεν είναι πιο αποτελεσματικό από το πες και ξαναπές. Με το πες πες, λοιπόν, των παπάδων, στο τέλος το πιστέψαμε: Η εθνική μας ουσία βρίσκεται στην Ορθοδοξία. ‘Οσο για τους αρχαίους προγόνους, περί των οποίων οι παπάδες έχουν παχυλή άγνοια, τους βάλαμε τσόντα σαν πρώτο συνθετικό στην τεχνητή λέξη «ελληνοχριστιανικός». Δια της σοφιστικής, το πρόβλημα ελύθη. Δηλαδή, παραμένει και σήμερα άλυτο.
Δεν είμαστε λοιπόν Έλληνες. Είμαστε Ελληνοχριστιανοί. Δηλαδή, ένα φανταστικό νόθο είδος προερχόμενο από οιωνεί διασταύρωση γάτας με ελέφαντα. Πάντως, ο τεχνητός όρος αφήνει πολλά περιθώρια πολιτογράφησης δια της βαπτίσεως. Ο καθένας είναι αρκετό να βαφτιστεί ορθόδοξος για να γίνει αυτομάτως Ελληνορθόδοξος. Κι αν απαρνηθεί το χριστιανισμό είναι σαν να απαρνιέται και τον ελληνισμό, ακόμα και στην περίπτωση που είναι διαποτισμένος μέχρι μυελού οστέων από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, τη μόνη σταθερά ανά τους αιώνες συνιστώσα της έννοιας ελληνικότητα.
Οι αρχαίοι μας «πρόγονοι» έλεγαν: Πας μη ‘Ελλην βάρβαρος.
Σήμερα θα μπορούσαμε να αντιστρέψουμε τους όρους της πρότασης και να πούμε: Πας μη βάρβαρος ‘Ελλην.
Που σημαίνει πως ‘Ελληνες σήμερα είναι οι κάτοικοι ολόκληρης της πολιτισμένης ανθρωπότητας, αφού ο σημερινός παγκόσμιος και υπερεθνικός πολιτισμός δεν είναι παρά η μετεξέλιξη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται παντού – και πουθενά συγκεκριμένα. Κυρίως δε βρίσκεται στα ενδιαιτήματα των παραθρησκευτικών οργανώσεων Ζωή και Σωτήρ. Και βέβαια, από την παγκόσμια Ελλάδα αποκλείονται εξ ορισμού οι ‘Ελληνες «εθνικόφρονες» σαν στερούμενοι παντελώς ελληνικής παιδείας – δηλαδή, παιδείας, σκέτα.
‘Οπως, ευφυέστατα, παρατηρεί ο Κακλαμάνης, όλες οι λύσεις για τη μορφή του νέου ελληνικού κράτους έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό το γεγονός πως αποτελούν σχέδια ή προθέσεις μιας ιστορικής οπισθοδρόμησης προς βυζαντινές καταστάσεις προοθωμανικής εποχής. Διότι, συνεχίζει ο Κακλαμάνης, από την ιστορική αντιπαράθεση χριστιανισμού και Ισλάμ, οι αιώνες δημιούργησαν το οθωμανικό ιστορικό μόρφωμα ως ένα δεσμό του Ισλάμ με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο, όπως ακριβώς απαιτούσε η ενότητα της μεσογειακής περιοχής. Και όσο το γρηγορότερο το καταλάβουμε αυτό, προσθέτω εγώ, τόσο το καλύτερο για την ιστορική μας υπόσταση ως μεσογειακού λαού. (Ο Ζαν Ζακ Σερβάν Σρεμπέρ στην «Παγκόσμια Πρόκληση» δεν διίσταται πολύ του Κακλαμάνη).
‘Απαξ και δημιουργήθηκε το νέο ελληνικό κράτος στη βάση του τέταρτου σχεδίου, οι καταστάσεις πολιτιστικής αυτοτέλειας των διαφόρων τμημάτων του ελληνισμού, λέει ο Κακλαμάνης, άρχισαν να μην μπορούν να αναγνωριστούν μέσα στα πλαίσια του «εθνικού κράτους» όπου αναγκαστικά συνέρεαν. Εξαρχής και μέχρι σήμερα προέκυψε το πρόβλημα περί του ενωτικού των Ελλήνων δεσμού, δηλαδή αυτό που λέγεται «πρόβλημα εθνικής ταυτότητας» ή «εθνικής ιδεολογίας».
Και πώς να υπάρξει ταυτότητα στα αταύτιστα και εθνική ιδεολογία στην ανυπαρξία και εθνότητας και συνοδευτικής της εθνότητας ιδεολογίας; Οι Έλληνες ακόμα ψάχνουν την εθνική τους. ταυτότητα. Και επειδή δεν τη βρίσκουν, περιορίζονται… στην αστυνομική ταυτότητα: Για να είσαι ‘Ελλην είναι αρκετό τούτο να αναγράφεται στην αστυνομική σου ταυτότητα. Μα, είναι δυνατόν; Είναι, σ’ ένα κράτος που στηρίχτηκε στον καταναγκασμό προκειμένου να μας κάνει να αποχτήσουμε με το ζόρι την εθνική συνείδηση που δεν είχαμε. Πράγμα που δίνει το δικαίωμα στον κάθε ταγματασφαλίτη να εμφανίζεται ως ο ακραιφνέστερος των Ελλήνων και στον κάθε τενεκέ να βγάζει λόγους βλακώδεις κατά τις εθνικές επετείους.
Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση του ελληνοχριστιανικού αλαλούμ σε τούτη τη χώρα των μίζερων θαυμάτων, όπου οι Παναγίες κλαιν με ψύλλου πήδημα σαν τις κυράτσες που βλέπουν επί της οθόνης το «Μάνα μου παραστράτησα», εγώ και ο Κακλαμάνης, και πιστεύω όλοι οι ομοφρονούντες (πολιτιστικά εννοώ) γνήσιοι Έλληνες, δηλώνουμε υπεύθυνα πως θα παραδώσουμε την αστυνομική ταυτότητα στον παπά της ενορίας (όχι στο αστυνομικό τμήμα, διότι είναι καθ’ ύλην αναρμόδιο) και θα πάμε στην Αφρική να δούμε γνήσια θαύματα, π.χ. ένα μαγείρεμα στο καζάνι; με αφρικανικά μπαχαρικά, κάποιου ευτραφούς ιεραπόστολου.
Δεν αντέχουμε άλλο τα δάκρυα της Παναγίας. Μας σπαράσσουν την καρδιά. Μας τη σπαράσσουν για το χάλι τούτου του ελληνοχριστιανικού τόπου, όπου η αμάθεια πάει πάντα στο ραντεβού της με τη βλακεία και πιασμένες χέρι χέρι προχωρούν παραδίπλα, όπου τους περιμένει η κακοήθεια.
Αφού, λοιπόν, λέει ο Κακλαμάνης, η εκκλησία και ο αυτοχθονισμός αποτελούν το κράτος, ο ετεροχθονισμός αναγκαστικά θα καταλάμβανε τους πέραν του κράτους μηχανισμούς και διαδικασίες, δηλαδή ένα χώρο ιστορικά προσφορότερο. Να, λοιπόν, δίπλα στο κράτος και το παρακράτος. Αποτελείται και τούτο από Ελληνοχριστιανούς. Μόνο που αυτοί δεν μπόρεσαν προς το παρόν να εκπορθήσουν το κράτος και γι’ αυτό δημιούργησαν το παρακράτος, την αναγκαία εν Ελλάδι προϋπόθεση για την ύπαρξη κράτους. Στην πραγματικότητα το ελληνικό κράτος είναι δύο κράτη: Το κράτος και το δορυφορικό του παρακράτος με την παραχριστιανική ιδεολογία του Και την ελληνικότατη παραοικονομία του.
Το παρακράτος έχει τις παρατράπεζές του, τις παρα-θρησκείες του, την παρα-αστυνομία του, την παρα-ηθική του – και την παράνοιά του. Στην Ελλάδα των κουμπάρων, το κράτος και το παρακράτος βρίσκονται σε συνεχή όσμωση: Εύκολα ένας κρατικός γίνεται παρακρατικός κι ακόμα πιο εύκολα ένας παρακρατικός γίνεται κρατικός. Στον ελληνικό οχετό το ρεύμα της βρωμιάς είναι αναμφίδρομο. Κράτος και παρακράτος προμηθεύουν άλληλα με κοπριά και αλληλοσυντηρούν- ται εις τον αιώνα των αιώνων με τις ευλογίες των δεσποτάδων, των οποίων το οσφρητικό νεύρο έχει πιάσει πουρί, έτσι που χώνουν τη μύτη τους όπου λάχει. Βλέπετε , αυτοί έχουν την ορθή δόξα (την ορθή άποψη) για τα περί την οργάνωση της ελληνικής κοινωνίας. Που ούτε ελληνική είναι, αφού είναι απολίτιστη (ορίσαμε την ελληνικότητα ως συνώνυμο του πολιτισμού), ούτε κοινωνία είναι, αφού τα μέλη της αλληλοσπαράσσονται με τέτοια μανία.
ΠΡΟ ΑΥΤΟΥ του μηδενός, που είναι το άμορφο ελληνικό κράτος με τις οργανωτικές δυσπλασίες του και τα ανίατα καρκινώματα, η εκκλησία ήταν προφανώς το παν, όπως προπαντός μηδενός «παν» είναι το κάτι, παρατηρεί δηκτικότατα ο Κακλαμάνης.
Τουλάχιστον η Εκκλησία έχει μια Ιερά Σύνοδο, που είναι τόσο Ιερά ώστε ο ένας δεσπότης να μπορεί να φτύνει τον άλλον ιερότατα και αμέσως μετά να ζητάει άφεση αμαρτιών, ώστε να μπορέσει ξεκούραστος από το φορτίο των αμαρτιών, που τις ξεφορτώθηκε με τον ευκολότερο τρόπο, να κάνει κάποιες καινούριες που κι αυτές θα τις ξεφορτωθεί (χάρη στη σπουδαία φάμπρικα της μετάνοιας) ώστε να μπορέσει να κάνει κι άλλες – και πάει λέγοντας, στον αιώνα των αιώνων.
Ο ελληνοχριστιανισμός ξέρει να συγχωρεί. Εξ ού και οι περίφημες δηλώσεις μετανοίας: Λες και το αντιελληνοχριστιανικό σου αμάρτημα στο χωροφύλακα, που υποκαθιστά τον παπά, κι εκείνος σου δίνει άφεση αμαρτιών προκειμένου να επανακάμψεις στην αγέλη των ελληνορθοδόξων. Όπως λέει ο Κακλαμάνης, στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου «εκκαθαριζόταν» αυτός που τύχαινε να μιλήσει για ελληνικότητα και δεν εκκαθαριζόταν βέβαια αυτός που μιλούσε για εθνικοφροσύνη. Στην ελληνοχριστιανική αντίληψη ωστόσο περί κράτους η ελληνικότητα και η εθνικοφροσύνη αποτελούν έννοιες αντιφατικές και αμοιβαία αλληλοαποκλειόμενες. Που σημαίνει:Ή είσαι «Έλληνας», οπότε δεν έχεις θέση στην Ελλάδα, ή είσαι «εθνικόφρων», οπότε το ελληνοχριστιανικό κράτος σου ανοίγει τις βρώμικες αγκάλες του. Ο Κακλαμάνης κι εγώ, ασφαλώς και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ακόμα, διαλέξαμε να είμαστε Έλληνες και όχι εθνικόφρονες.
(1.3.87) Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Έθνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου